Ερημοποίηση και ακατάλληλες ξηρικές καλλιέργειες

Περιγραφή των αιτιών που οδηγούν σε ακατάλληλες πρακτικές για ξηρικές καλλιέργειες και γιατί οι αιτίες αυτές είναι ένα ζήτημα στα πλαίσια της ερημοποίησης 
Στη μεσογειακή Ευρώπη, οι ξηρικές καλλιέργειες περιορίζονται όλο και περισσότερο στα οριακά εδάφη. Αντίθετα, οι αρδευόμενες καλλιέργειες χρησιμοποιούν τα παραγωγικότερα εδάφη στις κατώτερες πεδινές περιοχές
όπου υπάρχει διαθέσιμο νερό (εκτός από τις περιπτώσεις της αύξησης των ποτιστικών εδαφών σε περιοχές που παραδοσιακά καλλιεργούνται ξηρικές καλλιέργειες, κάτι το οποίο είναι περιορισμένο).




Οι πρακτικές στις ξηρικές καλλιέργειες είναι ιδιαίτερα σημαντικές, επειδή οι περιοχές που χρησιμοποιούνται για αυτό το είδος γεωργίας είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στους τρόπους διαχείρισης των εδαφών που χρησιμοποιούν οι αγρότες.
Οι διαδικασίες διάβρωσης και υποβάθμισης είναι πιο γρήγορες όταν εφαρμόζονται ακατάλληλες πρακτικές για ξηρικές καλλιέργειες, οδηγώντας σε ερημοποίηση.
Οι κλιματικές συνθήκες, ειδικά στις μεσογειακές περιοχές με τις ακανόνιστες βροχοπτώσεις και τις υψηλές θερινές θερμοκρασίες, είναι από τους σημαντικότερους καθοριστικούς παράγοντες που έχουν επιπτώσεις στη γεωργία.
Όσον αφορά τις ξηρικές καλλιέργειες, οι παράγοντες αυτοί γίνονται πιο σημαντικοί, επειδή πολλές καλλιεργητικές πρακτικές έχουν ως στόχο να προετοιμάσουν το έδαφος για τις βροχοπτώσεις έτσι ώστε αυτό να αποθηκεύσει όσο το δυνατόν περισσότερο νερό.
Τα χαρακτηριστικά των εδαφών προέρχονται από το αρχικό μητρικό υλικό και η ανάπτυξή τους οφείλεται σε πολλούς διαφορετικούς παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των κλιματολογικών συνθηκών, των πυρκαγιών, των χρήσεων του εδάφους, και των γεωργικών πρακτικών. Η απώλεια της λεπτής επιφανειακής στρώσης του γόνιμου εδάφους κάνει τις διαδικασίες υποβάθμισης να εξελιχθούν συντομότερα. 

Οι λόγοι που οδηγούν στις ακατάλληλες πρακτικές σχετίζονται πολύ με τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές στις αγροτικές περιοχές.
Οι χαμηλές τιμές των προϊόντων από ξηρικές καλλιέργειες και ο ανταγωνισμός από άλλες χώρες καθιστούν δύσκολη την διατήρηση ενός ικανοποιητικού αγροτικού εισοδήματος. Αυτό έχει ως συνέπεια, οι αγρότες να υιοθετούν διαφορετικές μεθόδους καλλιέργειας προκειμένου να επωφεληθούν από κρατικές επιχορηγήσεις ή στρέφονται σε πιο κερδοφόρες καλλιέργειες, ακόμα κι αν οι εδαφικές συνθήκες δεν είναι κατάλληλες. Επίσης οι αγρότες μπορεί να αποφασίσουν να καλλιεργήσουν σε δασικές εκτάσεις ή σε επιφάνειες με μεγάλη κλίση, ή απλά να εγκαταλείψουν τη γεωργία.
Η διαδικασία αυτή ευνοείται και από τον κατακερματισμό της αγροτικής γης: ενώ χρειάζεται μεγαλύτερη έκταση για μια οικογένεια για να έχει ικανοποιητικό εισόδημα, τα αγροτεμάχια γίνονται συνεχώς μικρότερα λόγω της μεταβίβασης γης από τους γονείς στα παιδιά, ή λόγω πώλησης τμήματος της καλλιεργήσιμης έκτασης.
Αυτό οδηγεί τους αγρότες να εξασκούν την γεωργία ως δεύτερο επάγγελμα ή μόνο τα Σαββατοκύριακα, με αποτέλεσμα αφενός να ενδιαφέρονται λιγότερο και αφετέρου οι καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζουν να μην είναι οι βέλτιστες για την αειφορική διαχείριση των εδαφικών πόρων. Είναι επίσης απαραίτητο να αναφερθεί ο ρόλος που διαδραματίζει η εντατική βόσκηση.
Σε μερικές περιοχές (όπως η Guadalentνn) η εκτροφή ζώων έχει στραφεί σχεδόν αποκλειστικά στην αναπαραγωγή χοίρων (ή άλλων ζώων) σε εντατικά συστήματα εκτροφής, όπως στάβλοι. Σε άλλες όμως περιοχές η εντατική βόσκηση ασκεί μεγάλη πίεση στους βοσκότοπους, οδηγώντας σε προβλήματα υποβάθμισης με την απομάκρυνση της φυτοκάλυψης. 

Για να καταλάβουμε πλήρως αυτό το θέμα είναι επίσης απαραίτητο να θεωρήσουμε την έλλειψη πληροφόρησης σχετικά με τις καλύτερες γεωργικές πρακτικές. Από πολλούς πολιτικούς το πρόβλημα της διάβρωσης και της ερημοποίησης δεν θεωρείται ως πρόβλημα με προτεραιότητα και έτσι δεν καταβάλλεται αρκετή προσπάθεια για να βελτιωθεί το επίπεδο γνώσης της κοινωνίας για τα ζητήματα αυτά.
Αν και υπάρχει σαφής γνώση των συνεπειών του προβλήματος, η γνώση τόσο για τους λόγους που οδήγησαν στο πρόβλημα όσο και για τις παραμέτρους που το αποτελούν παραμένει ελλιπής. Εάν η αντίληψη για το πρόβλημα δεν είναι πολύ ακριβής, οι ενέργειες που λαμβάνονται δεν μπορούν να είναι επαρκείς.
Στις ευαίσθητες αυτές περιοχές, η εφαρμογή μη ολοκληρωμένων μέτρων για την πρόληψη της υποβάθμισης στη γεωργική διαχείριση του εδάφους μπορούν να θεωρηθούν ως ακατάλληλη πρακτική. 

Γιατί είναι ένα ζήτημα; Ακατάλληλες καλλιεργητικές πρακτικές οδηγούν στην υποβάθμιση εδάφους και βλάστησης. Αυτή η υποβάθμιση επιφέρει μια αλλαγή στα έσοδα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, που επιταχύνεται από το γεγονός ότι σε μερικές περιοχές οι ξηρικές καλλιέργειες γίνονται όλο και λιγότερο κερδοφόρες, κάτι που μπορεί να οδηγήσει στην εγκατάλειψη της γης.
Όταν οι εκτάσεις των ξηρικών καλλιεργειών εγκαταλείπονται τείνουν να μην επανέλθουν στις προηγούμενες συνθήκες, αλλά υπόκεινται στις γρήγορες διαδικασίες της διάβρωσης και της υποβάθμισης.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου