Η καλλιέργεια της ελιάς συμβάλλει στον περιορισμό των εκπομπών που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και επομένως είναι εξαιρετικά ωφέλιμη για το περιβάλλον, σύμφωνα με τα πρώτα συμπεράσματα μελετών του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας (IOC).
Σύμφωνα με το IOC, ένα εκτάριο ελαιώνα εξουδετερώνει το ετήσιο αποτύπωμα άνθρακα ενός ατόμου.
Η παραγωγή ενός λίτρου ελαιολάδου απορροφά 10,64 κιλά ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα (CO2), ενώ η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου μπορεί να απορροφήσει εκπομπές μιας πόλης 7 εκατομμυρίων κατοίκων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής παρουσιάστηκαν στην έκθεση SOL & Agrifood στη Βερόνα.
«Τα στοιχεία αυτά είναι ακόμα προσωρινά και εκκρεμεί επιβεβαίωσή τους», σημείωσε σχετικά ο Εκτελεστικός Διευθυντής του IOC κ. Abdellatif Ghedira, «αλλά μπορούμε να πούμε ότι η ελαιοκαλλιέργεια είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη για το περιβάλλον, αφού οι έρευνες δείνουν ότι η ελιά είναι το δέντρο που έχει τη μεγαλύτερη δυνατότητα απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα».
Η έρευνα καταγράφει την επίδραση της ελαιοκαλλιέργειας στην παραγωγή CO2 από το 2012.
Στο πλαίσιο έχουν αναλυθεί συνολικά 132 τοποθεσίες σε 13 χώρες του κόσμου, στην ανατολική και δυτική Μεσόγειο και στην βόρεια και νότια Αμερική.
Οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους τη φύση του εδάφους, τα συστήματα άρδευσης, την κατανάλωση ενέργειας για άρδευση και το εάν οι ελαιώνες είναι παραδοσιακοί, εντατικοί ή υπερεντατικοί.
Η καλλιέργεια της ελιάς στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 87,21% των δενδρωδών καλλιεργειών.
Παγκοσµίως η Ελλάδα είναι πρώτη στην παραγωγή μαύρων ελιών και τρίτη στην παραγωγή ελαιολάδου.
Στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 13 εκατοµµύρια ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται περίπου 350.000 τόνοι ελαιολάδου ετησίως, εκ των οποίων περίπου το 80% ανήκει στην κατηγορία εξαιρετικά παρθένο.
Επίσης, καλλιεργούνται περίπου 21 εκατομύρια δέντρα για την παραγωγή επιτραπέζιων ελιών.
Η γεωγραφική συγκέντρωση της παραγωγής ακολουθεί την ποικιλιακή συγκέντρωση με την κονσερβολιά να βρίσκεται στη Δυτική Ελλάδα, στη Στερεά και την Κεντρική Ελλάδα, η Χαλκιδικής στη Βόρεια Ελλάδα (Χαλκιδική, Καβάλα και Πιερία) ενώ η Καλαμών βρίσκεται κατά 50% στη Νότια Πελοπόννησο, (Μεσσηνία, Λακωνία, Κυνουρία) και η υπόλοιπη στην Αιτωλοακαρνανία και στις Λιβανάτες.
Σύμφωνα με το IOC, ένα εκτάριο ελαιώνα εξουδετερώνει το ετήσιο αποτύπωμα άνθρακα ενός ατόμου.
Η παραγωγή ενός λίτρου ελαιολάδου απορροφά 10,64 κιλά ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα (CO2), ενώ η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου μπορεί να απορροφήσει εκπομπές μιας πόλης 7 εκατομμυρίων κατοίκων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής παρουσιάστηκαν στην έκθεση SOL & Agrifood στη Βερόνα.
«Τα στοιχεία αυτά είναι ακόμα προσωρινά και εκκρεμεί επιβεβαίωσή τους», σημείωσε σχετικά ο Εκτελεστικός Διευθυντής του IOC κ. Abdellatif Ghedira, «αλλά μπορούμε να πούμε ότι η ελαιοκαλλιέργεια είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη για το περιβάλλον, αφού οι έρευνες δείνουν ότι η ελιά είναι το δέντρο που έχει τη μεγαλύτερη δυνατότητα απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα».
Η έρευνα καταγράφει την επίδραση της ελαιοκαλλιέργειας στην παραγωγή CO2 από το 2012.
Στο πλαίσιο έχουν αναλυθεί συνολικά 132 τοποθεσίες σε 13 χώρες του κόσμου, στην ανατολική και δυτική Μεσόγειο και στην βόρεια και νότια Αμερική.
Οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους τη φύση του εδάφους, τα συστήματα άρδευσης, την κατανάλωση ενέργειας για άρδευση και το εάν οι ελαιώνες είναι παραδοσιακοί, εντατικοί ή υπερεντατικοί.
Η καλλιέργεια της ελιάς στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 87,21% των δενδρωδών καλλιεργειών.
Παγκοσµίως η Ελλάδα είναι πρώτη στην παραγωγή μαύρων ελιών και τρίτη στην παραγωγή ελαιολάδου.
Στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 13 εκατοµµύρια ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται περίπου 350.000 τόνοι ελαιολάδου ετησίως, εκ των οποίων περίπου το 80% ανήκει στην κατηγορία εξαιρετικά παρθένο.
Επίσης, καλλιεργούνται περίπου 21 εκατομύρια δέντρα για την παραγωγή επιτραπέζιων ελιών.
Η γεωγραφική συγκέντρωση της παραγωγής ακολουθεί την ποικιλιακή συγκέντρωση με την κονσερβολιά να βρίσκεται στη Δυτική Ελλάδα, στη Στερεά και την Κεντρική Ελλάδα, η Χαλκιδικής στη Βόρεια Ελλάδα (Χαλκιδική, Καβάλα και Πιερία) ενώ η Καλαμών βρίσκεται κατά 50% στη Νότια Πελοπόννησο, (Μεσσηνία, Λακωνία, Κυνουρία) και η υπόλοιπη στην Αιτωλοακαρνανία και στις Λιβανάτες.
greenagenda.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου